Παιδιά και ξένες γλώσσες
Σας έχει κάνει ποτέ εντύπωση παιδιά διαφορετικών εθνικοτήτων και κατ’ επέκταση άλλων γλωσσικών συστημάτων να μπορούν να συνεννοηθούν μεταξύ τους; Σωστά! Τα παιδιά έχουν το παιχνίδι ως έναν κοινό κώδικα επικοινωνίας, όμως πόσο σημαντικό είναι από νωρίς να έρθουν σε επαφή και με άλλες ξένες γλώσσες; Μήπως το παιχνίδι θα μπορούσε να αποτελέσει το μέσον που θα διευκόλυνε αυτήν την διαδικασία με στόχο να αγαπήσουν τα παιδιά μια καινούρια γνώση;
Σε μια κοινωνία σαν κι αυτή που ζούμε, πολύγλωσση και πολυπολιτισμική, οι ξένες γλώσσες έχουν γίνει απαραίτητο μέσο επιβίωσης για το σύγχρονο άνθρωπο. Τα σημερινά παιδιά θα ζήσουν σε μια κοινωνία που θα επικρατήσει κινητικότητα στον επαγγελματικό τομέα και η καλή γνώση τουλάχιστον μίας ξένης γλώσσας θα είναι πλέον όρος επαγγελματικής επιβίωσης. Για το λόγο αυτόν, η χρησιμότητά τους κρίνεται απαραίτητη σε όλο και μικρότερες ηλικίες. Όμως, σε ποια ηλικία πρέπει τα παιδιά να αρχίζουν την εκμάθησή τους, με ποιον τρόπο και πώς μπορούν να βοηθήσουν οι γονείς;
Κοινός παρονομαστής όλων, παιδαγωγών και γονέων, πρέπει να είναι η καλύτερη μετάδοση των γνώσεων, χωρίς ψυχολογική επιβάρυνση, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για παιδιά προσχολικής ηλικίας. Σύμφωνα με την άποψη πολλών εκπαιδευτικών η προσχολική ηλικία είναι ιδανική για να έρθει το παιδί σε μια πρώτη επαφή με την ξένη γλώσσα. Κι αυτό γιατί μη έχοντας ακόμη αποκτήσει τις γλωσσικές του συνήθειες στην μητρική του γλώσσα, μπορεί να αφομοιώσει αβίαστα και ασυνείδητα σύνθετους γλωσσικούς συνδυασμούς χωρίς να τους φιλτράρει μέσα από αυτήν.
Επιπλέον, τα παιδιά σε αυτές τις ηλικίες διαθέτουν μια φυσική ευφυΐα για τη γλώσσα και παράλληλα μια έμφυτη ικανότητα να χρησιμοποιούν εκφράσεις μέσα από τον πειραματισμό και το παιχνίδι. Τραγούδια, παραμύθια, παιχνίδια με κάρτες εξάπτουν το ενδιαφέρον των μικρών μας φίλων και η διδασκαλία και η εκμάθηση γίνεται διασκέδαση. Με αυτόν τον τρόπο, την καινούρια γνώση την αντιμετωπίζουν ευχάριστα και φθάνουν να αγαπήσουν το νέο αυτό γνωστικό αντικείμενο .
Φυσικά σε όλη αυτήν την διαδικασία οι γονείς διαδραματίζουν πρωταρχικό ρόλο, καθώς η φυσική γλωσσική ευφυΐα του παιδιού χρειάζεται γονεϊκή στήριξη και ερεθίσματα. Όσο πιο πολλά ερεθίσματα δίνουμε στο παιδί, όσο πιο πολύ μιλάμε σε αυτό και το προτρέπουμε να ανταποκριθεί, τόσο περισσότερο αναπτύσσει ένα πλούσιο λεξιλόγιο που βοηθά την ευφυΐα του να ανθήσει, να ευδοκιμήσει και να κατανοήσει ένα καινούριο «εργαλείο» που τόσο χρήσιμο θα του φανεί στο μέλλον.